top of page

ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ένα μεγάλο κομμάτι της διάθεσης για ταξίδι, για διακοπές, ανήκει στο χώρο της φαντασίας. Διακόπτω κάτι, την καθημερινή μου ρουτίνα, τη διαμονή μου σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, τις καθημερινές διαδρομές μου, τις ώρες στον εργασιακό μου χώρο. Γνωρίζω πως θα επανέλθω σε όλα αυτά, αλλά κατά τη διάρκεια της ‘διακοπής’ επιλέγω να πάω κάπου αλλού. Κάπου όπου όλα είναι καλύτερα, βελτιωμένα, ομορφότερα. Κάπου όπου οι προσωπικές μου ‘φαντασιώσεις’, οι πόθοι και οι επιθυμίες μου, όλα όσα έχω επενδύσει στον πολύτιμο χρόνο των διακοπών μου, θα μπορέσουν να πραγματοποιηθούν. Έτσι, αυτός ο τόπος έχει ήδη σχηματιστεί στο μυαλό μου, τον έχω ήδη φανταστεί συνειδητά ή ασυνείδητα πολύ πριν πραγματικά βρεθώ εκεί. Θέλω να είναι ο προσωπικός μου παράδεισος.

Ένας τέτοιος τόπος, ένας ‘παράδεισος διακοπών’ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και το σύμπλεγμα των νησιών των Κυκλάδων. Διαθέτει όλες τις προϋποθέσεις: ήλιο, θάλασσα, όμορφα τοπία, ανεμελιά, διασκέδαση. Εκτός όμως από το ‘παραδεισένιο’ φυσικό περιβάλλον, υπάρχει εκεί και ένα πολύ χαρακτηριστικό υλικό περιβάλλον: οι κυκλαδίτικοι παραδοσιακοί οικισμοί.

Η χαρακτηριστική εικόνα αυτών των οικισμών προκύπτει από συγκεκριμένες παραμέτρους και καλύπτει συγκεκριμένες ανάγκες. Μια σημαντική ανάγκη ήταν για προστασία και ασφάλεια από εξωγενείς παράγοντες, είτε ήταν άνθρωποι, είτε φυσικά στοιχεία. Οι οικισμοί για αυτόν τον λόγω χτίζονταν ψηλά, στην κορυφή λόφων όπου η κλίση του εδάφους ήταν έντονη. Τα κτίρια προσαρμόζονταν σε αυτό το έδαφος – και όχι το έδαφος στα κτίρια – ενσωματώνοντας τη διαφορά στάθμης στο εσωτερικό τους, με πολλά σκαλοπάτια, μικρούς χώρους σε διαφορετικές στάθμες, βατές ταράτσες, κλπ. Αποτέλεσμα αυτής της προσαρμογής ήταν και η γεωμετρία του κάθε κτιρίου: οι ορθές γωνίες είναι σχεδόν ανύπαρκτες.

Σημαντική παράμετρος ήταν επίσης η εξασφάλιση πόσιμου νερού. Κάθε ιδιοκτησία είχε στην εσωτερική της αυλή δεξαμενή νερού και ένα πολύ οργανωμένο σύστημα συλλογής ομβρίων υδάτων που διέτρεχε το σύνολο του κτιρίου. Οι δίοδοι αυτοί ήταν σεβαστοί και απαραβίαστοι από κάθε ιδιοκτήτη και μεταβιβάζονταν αυτούσιοι από τη μια γενιά στην επόμενη. Τα διαθέσιμα υλικά κατασκευής είναι επίσης καθοριστικά της μορφής της κατασκευής. Η ξυλεία ήταν δυσεύρετη και αντί αυτής χρησιμοποιούνταν ντόπια υλικά: πέτρες, καλάμια, φύκια, πλίνθοι και άχυρα. Τέλος υπήρχε μια συγκεκριμένη κοινωνική οργάνωση και ένα στιβαρό εθιμικό δίκαιο που επηρέασαν την τελική μορφή των οικισμών. Οι οικισμοί αυτοί είναι αποτέλεσμα συλλογικών διεργασιών και όχι ατομικών πρωτοβουλιών και επιδιώξεων.

Σήμερα οι οικισμοί αυτοί είναι χαρακτηρισμένοι ως παραδοσιακοί. Τι κάνει όμως κανείς όταν πρόκειται να κατασκευάσει κάτι νέο στα πλαίσια αυτών; Ποιες από τις δεσμευτικές παραμέτρους που αναφέραμε παραπάνω ισχύουν πλέον σήμερα; Τι μορφή θα έχει πλέον αυτό το νέο κτίριο και τι αντίκτυπο θα έχει αυτή σε εκείνους που θα το κατοικίσουν; Τα ερωτήματα είναι πολλά και μπορούν να οδηγήσουν σε πολύ ενδιαφέρουσες αντιπαραθέσεις.

Αναντίρρητα μια σύγχρονη ανάγκη που καλούνται να καλύψουν οι παραδοσιακοί οικισμοί των Κυκλάδων είναι η φιλοξενία τουριστών. Πώς, όμως, η έντονη τουριστική εκμετάλλευση έχει παρέμβει στη μορφολογία τους; Με πιο τρόπο μπορούν οι οικισμοί να σταθούν στο ύψος του ‘κυκλαδίτικου παραδείσου διακοπών’ για τον οποίο φημίζονται; Σε κτιριακό επίπεδο, ανακυκλώνοντας – αντιγράφοντας τις παραδοσιακές μορφές με ένα μάλλον επιφανειακό, σχηματικό τρόπο. Αφού πλέον οι σημαντικότεροι από τους λόγους ύπαρξης αυτών των μορφών δεν υφίστανται πλέον, μπορεί μόνο η δύναμη της πίστης στην παράδοση, να δώσει ζωή στο προκατασκευασμένο σκηνικό ενός τουριστικού παραδείσου;

Βεβαίως υπάρχει ακόμα το χαρακτηριστικό κυκλαδίτικο τοπίο, το ίδιο φυσικό ανάγλυφο, παρόμοιες καιρικές συνθήκες. Θα μπορούσαν όμως αυτά να δικαιώσουν την επιλογή ενός αρχιτέκτονα, κατά την ανακατασκευή εσωτερικών χώρων προς τουριστική χρήση, να χρησιμοποιήσει υλικά και μορφές από το παρελθόν; Τελικά βοηθάει στη συνέχεια, στην αναγέννηση μιας μοναδικής αρχιτεκτονικής παράδοσης ή μήπως κατασκευάζει μια ‘ντίζνευλαντ’ προς τέρψη των τουριστών που θα μείνουν εκεί; Και τελικά πόσο κακό είναι το δεύτερο; Μήπως οι χώροι δεν κατασκευάζονται για να ευχαριστήσουν αυτούς που θα τους κατοικίσουν;

Τα ερωτήματα αυτά με έχουν βασανίσει τόσες φορές όσες είναι και οι δουλειές που έχω αναλάβει στο νησί της Ίου. Κι ακόμα δεν έχω απάντηση...

bottom of page